ΠΑΘΗΣΕΙΣ & ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Ευρωπαϊκή έγκριση σε θεραπεία ενηλίκων ασθενών με Μέτρια έως Σοβαρή Ενεργή Ρευματοειδή Αρθρίτιδα

Ευρωπαϊκή έγκριση σε θεραπεία ενηλίκων ασθενών με Μέτρια έως Σοβαρή Ενεργή Ρευματοειδή Αρθρίτιδα

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παραχώρησε άδεια κυκλοφορίας για το sarilumab των Sanofi και Regeneron Pharmaceuticals, σε συνδυασμό με τη μεθοτρεξάτη (MTX) για τη θεραπεία της μέτριας έως σοβαρής ενεργής ρευματοειδούς αρθρίτιδας σε ενήλικες ασθενείς οι οποίοι παρουσιάζουν ανεπαρκή ανταπόκριση –ή μη ανοχή– σε ένα ή περισσότερα τροποποιητικά της νόσου αντιρρευματικά φάρμακα (DMARDs), όπως η μεθοτρεξάτη (MTX). 

Το sarilumab είναι δυνατό να χορηγηθεί ως μονοθεραπεία σε περίπτωση μη ανοχής στη μεθοτρεξάτη (MTX) ή εφόσον δεν ενδείκνυται θεραπεία με μεθοτρεξάτη.

 

Το sarilumab

Είναι ένα ανθρώπινο μονοκλωνικό αντίσωμα που συνδέεται με τον υποδοχέα της ιντερλευκίνης-6 (IL-6R) και αναστέλλει την προφλεγμονώδη σηματοδότηση που μεσολαβείται από την ιντερλευκίνη-6 (IL-6).  Αυξημένα επίπεδα ιντερλευκίνης-6 (IL-6) εντοπίζονται στο αρθρικό υγρό ασθενών που πάσχουν από ρευματοειδή αρθρίτιδα και παίζουν σημαντικό ρόλο τόσο στην παθολογική φλεγμονή όσο και στην καταστροφή των αρθρώσεων, που αποτελούν κύρια χαρακτηριστικά της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.

 Μόνο στην Ευρώπη, περίπου 2,9 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από ρευματοειδή αρθρίτιδα, κατά την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στους ιστούς των αρθρώσεων, προκαλώντας φλεγμονή, πόνο, οίδημα, δυσκαμψία, κόπωση και τελικά βλάβη των αρθρώσεων και αναπηρία. Η ρευματοειδής αρθρίτιδα παρατηρείται πιο συχνά σε άτομα ηλικίας 35-50 ετών.

 Η έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής βασίζεται στην υιοθέτηση θετικής γνωμοδότησης από την Επιτροπή Φαρμακευτικών Προϊόντων για Ανθρώπινη Χρήση (CHMP) του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (EMA), η οποία αξιολόγησε αποτελέσματα από επτά κλινικές μελέτες Φάσης 3 στο πλαίσιο του παγκόσμιου προγράμματος κλινικής ανάπτυξης SARIL-RA. Αυτές οι μελέτες συμπεριλαμβάνουν δεδομένα από περισσότερους από 3.300 ενήλικες με μέτρια έως σοβαρή ενεργή ρευματοειδή αρθρίτιδα οι οποίοι εμφάνισαν ανεπαρκή ανταπόκριση ή μη ανοχή σε ένα ή περισσότερα βιολογικά ή μη βιολογικά τροποποιητικά της νόσου αντιρρευματικά φάρμακα (DMARDs).

 Το πρόγραμμα περιλαμβάνει τη μελέτη Φάσης 3 MONARCH, κατά την οποία η θεραπεία με sarilumab 200 mg ως μονοθεραπεία παρουσίασε ανωτερότητα έναντι της μονοθεραπείας με adalimumab 40 mg όσον αφορά στη μείωση της δραστηριότητας της νόσου και τη βελτίωση της σωματικής λειτουργίας, με περισσότερους ασθενείς να πετυχαίνουν κλινική ύφεση κατά τη διάρκεια 24 εβδομάδων.

 Η συνιστώμενη δοσολογία του sarilumab είναι 200 mg άπαξ κάθε δύο εβδομάδες και χορηγείται υποδορίως με μία προγεμισμένη σύριγγα ή προγεμισμένη πένα χορήγησης. Η μείωση της δοσολογίας από 200 mg άπαξ κάθε δύο εβδομάδες σε 150 mg άπαξ κάθε δύο εβδομάδες συνιστάται για τη διαχείριση ορισμένων μη φυσιολογικών εργαστηριακών ευρημάτων (ουδετεροπενία, θρομβοπενία και αυξημένα επίπεδα ηπατικών ενζύμων).

 Οι πιο συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες που παρατηρήθηκαν με το sarilumab στις κλινικές μελέτες ήταν ουδετεροπενία, αυξημένα επίπεδα αμινοτρανσφεράσης της αλανίνης, ερύθημα στην περιοχή της έγχυσης, λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού και λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος. Οι πιο συχνά αναφερόμενες σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν οι λοιμώξεις.

 Το Sarilumab έχει επίσης εγκριθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον Καναδά. Οι εταιρείες έχουν καταθέσει αιτήσεις για έγκριση και σε πολλές άλλες χώρες ανά τον κόσμο.